Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Αρετή Γκανίδου, "Χαράζει ο άλλος μου εαυτός"




ΜΙΓΑΔΑ ΦΩΝΗ

Κάτω απ’ τον κάμπο της φωνής μου η Πολιτεία
αρδευτική           Mε σήραγγες κανάλια κι οδοδείκτες
Ωστόσο έξω στον αέρα ανατρέφω
                                            μιγάδες λέξεις
Στα σύμφωνά τους εντοιχίστηκαν λεπτές ανάσες
                                                           άλλων
τσέρκια που σφίγγουν τα φωνήεντα
να μη χυθούν σαν ποταμοί και πνίξουν κάθε νόημα
                                                           και μένα

Ουαί τοις ηττημένοις

Για ποιαν ελευθερία μού μιλάς
αν δεν προηγηθεί πατροφαγία;




Μαμά έχω κι εγώ μαύρη οργή;

Μικρή και ναρκωμένη μέσα σου θηλάζει
Όποτε όμως θεριεύει να θυμάσαι:
Να την κρατάς από τα κέρατα
              και να την οδηγείς
έξω από την ευγένεια που όρθωσες
Μη γελαστείς και την αφήσεις λάσκα
Είναι τυφλή και γίνεται αδηφάγα

Προπάντων μην της ψιθυρίσεις «όρμα»
Γιατί κοντά της  πρώτη είσαι συ
Εύκολα θα γυρίσει να σε φάει
που μια ζωή την είχες λιτοδίαιτη

Μαμά μυρίζει το σκότος;
Όχι         Μονάχα τον αχό του ακούς
Σηκώνεται αέρας στα βαθιά
Μανιάζει              Αναποδογυρίζει τα βουνά
Καρφώνονται στο χώμα οι κορυφές
Σκουληκιασμένο το φεγγάρι ξερνά  τα σωθικά του

Σκάψε με λύσσα μέσα σου
ώσπου να πιάσεις άστρο            Φυλάξου εκεί
Τέτοιος αέρας ξεκαρφώνει απ’ το χώμα
                               ως και τις σκιές




Από την ενότητα
Μες στο λευκό της Ιστορίας διάστιχο


Πακιστάν. …κοπέλας που λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου από την οικογένειά της είχε …
29/05/2014


                           Ματόφυλλα ταμπλαδωτά βαριά
                           Όταν ανοίγουν
                           πέφτει άλλο φως στο Βέρμιο
                           και στον κάμπο
                           χαράζει ο άλλος μου εαυτός



Υφήλιος

Καδοσδύο

Λαχτάρησε το στόμα μου μια κι έξω
Σκυμμένοι πάνω από την κούνια
μού έδωσαν φιλί σε κόψη μαχαιριού
Έσχισε αθόρυβα στ’ ακρόχειλα
χαμόγελο φαράγγι

Τσακίζεται κι ο ξένος ύπνος
μες στις χαρακιές
Γύρω τους ζουζουνίζουν οι χρυσόμυγες
Λάμπουν με το σμαράγδι στα φτερά τους
                              ως μέσα στο μυαλό μου
Μπερδεύονται με τις πυγολαμπίδες
                στα μάτια του πατέρα χρόνια πριν
Πράσινο φως φεγγοβολούν
κι αστράφτει λίγο το κατάμαυρο τριγύρω

Μονάχα να πιστέψω θέλω
στις πυγολαμπίδες
Στυλώνω εκεί τα μάτια για να με ναρκώσουν
Καθώς περνώ την πύλη
που οι χρυσόμυγες βόσκουν




Σιουδάδ Χουάρες       Η  πόλη των νεκρών γυναικών − Μεξικό

Το 1993,… στη Χουάρες… σειρά δολοφονιών… 500  νεαρές γυναίκες, με πρώτες τη 13χρονη Αλμα Τσαβαρία και τη 16χρονη Ανχέλικα Λούνα Βιγιαλόμπος, βρέθηκαν δολοφονημ... πεταμένες στην έρημο… εκατοντάδες αγνοούμ… συνεχίζοντ…  (ΕΞΑΝΤΑΣ)


                           Στο στέρνο μου χλωρή ασπίδα
                                                      οι καλαμιές του Βάλτου
                           Φύλλα των δέντρων με υπερασπίζονται
                                                      όταν με σημαδεύει το κακό
                           Κι όταν με βρίσκει
                           με φυγαδεύουν από παλιά περάσματα
                           ή
                           μου δίνουν το χειμέριο κλαδί τους



Λουδίας ( ή  Καρασμάκι* )


Το βοριαδάκι λέει να χαίρομαι
Μην παίρνω άλλου τη σειρά να κλάψω
Του λέω δεν κλαίω          Θλίβομαι και θυμώνω
Μη βιάζεσαι        επιμένει
Μες στη χαρά σου ανθίζει καρπερή
                                              η δυστυχία

Έφηβο πένθος ταξιδεύει από το Μεξικό
με άμμο από την έρημο Σονόρα
Πένθιμη γύρη από τη Σιουδάδ Χουάρες
γονιμοποίησε τον ανθισμένο ύπνο στον Λουδία

Από το λίχνισμα της άμμου
πέφτουν λευκές κοκάλινες φλογέρες:
Πρώτη απ’ το λεπτό χέρι της Άλμα
Δεύτερη απ’ την κνήμη της Ανχέλικα
Αριθμημένες φτάνουν οι υπόλοιπες
Έχασαν τ’ όνομά τους στη συνήθεια

Το βοριαδάκι λέει να χαίρομαι
Ο ζέφυρος μού φέρνει τις φλογέρες

Άλμα
δεν ξέρω ισπανικά
Πάψε να μου μιλάς
Ξάπλωσε μέσα μου και πάψε
Άκου τις καρακάξες
Κοίτα τις ντοματιές
Ή έστω  τρέξε στα τσαΐρια
με τα μελαχρινά σου πόδια
Άσε μου λίγο χώρο Άλμα

Το Καρασμάκι σου ’πιασε κουβέντα
κι εσύ δεν σταματάς να φλυαρείς
Δεκατριών χρονών κορίτσι
φαρσί την έμαθες τη γλώσσα των νεκρών




Από τη συλλογή «Χαράζει ο άλλος μου εαυτός», εκδ. Μελάνι 2015.
Πίνακας εξωφύλλου: Ειρήνη Χριστοφορίδου


Σημείωση:
Καρασμάκι-από το Καρα--ᾱσμακ = Μαύρο νερό, παλιά ονομασία του Λουδία

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Βασίλης Σιουζουλής, "Τέσσερα ποιήματα"




~*~

Κάναμε την ψευδαίσθηση
Αλήθεια
Νιώσαμε έξω απ’ την ενοχή
της ημέρας
Και μισή την ευθύνη
ότι βγαίνουμε απ’ το χορό.
Η αράχνη του Λειβαδίτη
Πάνω στον τοίχο
Έρχεται να υπενθυμίσει
Το λάθος
Διαβάζουμε τις δυνάμεις μας
Είκοσι ώρες κλεισμένοι
Στο δωμάτιο
Ύστερα περπατάμε στην πλατεία
παριστάνοντας τους κουτσούς.




~*~

Η αλήθεια πέρασε
Στην παρανομία των ψίθυρων
Δεν ορίζουμε τα πράματα
που ζωντανεύει το τραγούδι
Χάθηκαν τα ονόματα
Έξω απ’ την πόρτα
Μας είπαν να διαλέξουμε
Ελεύθερα
Μας γέλασαν
Προλάβαμε και περάσαμε
Στο δωμάτιο
Μας μεγάλωνε
Φεύγαμε κάθε μέρα μέσα απ’ τους τοίχους,
κάθε μέρα και γυρίζαμε πάλι εκεί.




~*~

“Οι λέξεις μου κρυώνουν επί της βαλεντάλε στο Βούππερταλ’’

Το φυλλάδιο που προμηθεύτηκε
Στα σύνορα
χτύπησε το φιλότιμο.
Κανένα ελάττωμα που αγαπούσε
δεν υπάρχει στη λίστα
των επιτρεπομένων
Και η φωνή
με συνταγή κι αυτή
γιατί προτεραιότητα έχουν
θόρυβοι όχι ανθρώπων
Μπορείς να βγεις απ’ το χορό
όταν είναι στην κορύφωση;
Πιάστηκαν στα χέρια
δυο του προσπάθειες
Ένα χαρτί που έφτασε κρυφά
στην τσέπη
φώναξε το θυμό
Να είναι σε εγρήγορση
Άκουσε μια καλημέρα’’
και η σκέψη του απέκτησε θερμοκρασία ζωής.




~*~

Επί της πλατείας του Elbeferd, στο Βούππερταλ

Λέξεις
βρεγμένες ως το κόκαλο
Πεταμένες στα πόδια
των περαστικών
Ρυπαίνουν το χώρο, είπε και
Πάραυτα καθαρίζεται η πλατεία
από ηττημένους έρωτες
Οι χρήσιμοι εγκέφαλοι
αποστρέφονται άχρηστα
αντικείμενα
Η ανήλιαγη εκείνη βόρεια ευγένεια
όταν θυμώνει εκεί στη Ρηνανία Βεστφαλία




Τα ποιήματα του Βασίλη Σιουζουλή δημοσιεύονται για πρώτη φορά

Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016

Αλέξανδρος Αραμπατζής, "Δύο ποιήματα"




ΗΧΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΑΣ

Οι ήχοι του πρώτου προϊστορικού αιώνα έφθασαν στ’ αυτιά μου στεγνοί κι αποσταγμένοι από το ριζικό της Ιστορίας
Και καθώς τάχιστα πετρώσανε στο κεφάλι μου σαν παγιδευμένα βακτήρια αναμένουν κάποιον θνητό να τους ανασκάψει από το βαρύ λήθαργο της νεκροφάνειας
Ό,τι όμως κατέβασε και κατεβάζει το ποτάμι της Ιστορίας είναι ιζήματα πετρωμάτων από παλαιοντολογικά αρχεία που σφήνωσαν ήδη ανάμεσα στις κατοπτρικές διαφάνειες του χρόνου κωδικοποιημένα και κρυπτογραφημένα από την υψομετρική λήθη της πλανητικής περιπλάνησης
Πριν το άπειρο ομονοήσει με το τέλος και την αρχή η Ιστορία είχε ήδη ξώφαλτσα ξεκινήσει
Κι όσο εγώ μάταια φυλάγομαι πίσω από τις κουρτίνες των άστρων
Οι ήχοι της προϊστορίας μ’ έχουν εμποτίσει τρέλα και πυρετό




ΜΑΡΜΑΡΩΜΕΝΟΣ ΕΦΙΑΛΤΗΣ

Πήρε φως το μαγικό σήμαντρο
Από το αναμμένο μου τσιγάρο
Έτριξαν οι χαλύβδινες χορδές του αόρατου
Σφίγγοντάς με ανάμεσα στον δείκτη και στον αντίχειρα
Μιας νύχτας τυλιγμένης σε ματωμένο επίδεσμο
Σου είπα: γεια λοιπόν
Μου είπες ένα ξερό: γεια
Έτρεξες στο σταθμό του μετρό
Έτρεξα στον σταθμό του λεωφορείου
Οι λιγοστοί περαστικοί μυρίζανε κάρβουνο
Ο λιγοστός αέρας μύριζε καμένο θειάφι
Το λεωφορείο δεν το πρόλαβα ποτέ
Δεν κοίταξα ποτέ το ρολόι να δω
Την ώρα που η καρδιά μου αιώνια μαρμάρωσε



Αλέξανδρος Αραμπατζής




Τα ποιήματα του Αλέξανδρου Αραμπατζή δημοσιεύονται για πρώτη φορά

Στην εικόνα λεπτομέρεια από τις βραχογραφίες του σπηλαίου Chauvet στην Γαλλία (ηλικίας 32.500 ετών).

Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2016

Καλλιόπη Εξάρχου, "μάχιμα χείλη"




Κρύπτιες στιγμές

Τις κρύπτιες στιγμές
να τις φυλάτε σαν τα μάτια σας
Μην τις αφήνετε να λιμοκτονούν
στη μοναξιά τους
Αν δεν μπορείτε
φορτώστε τες στους Ποιητές
Διαθέτουν ίριδες
ανεξάντλητων μεταφορών
για να μην ξεστρατίζουν οι ανάσες




Κούραση

Απρόσφορο
φέτος το καλοκαίρι
Σαν να ξεζούμισε
τα νιάτα του η ζέστη

Φταίνε οι απουσίες
που μετράνε αντίστροφα
φταίει η Ιθάκη
που μας κούρασε

Τόσος δρόμος
τόσα χρόνια
τόσος πόνος

Τι να σου κάνει
και το θέρος
που πολλαπλασιάζει τους ήλιους
αν οι καημοί είναι αθέατοι;




Μνήμες

Κάποτε
ήταν αιχμηρές
έκοβαν κομματάκια την καρδιά

Με τα χρόνια
στρογγύλεψαν
λειάνθηκαν
έγιναν πιο σοφές

Τώρα πια
ακουμπούν
χωρίς να διχάζουν

Σαν αθέατα χάδια

Όπως και να έχει
μνήμες ήταν
και μνήμες παραμένουν

Θρυαλλίδες
ενός απολιόρκητου βίου
που επιμένει
να παραδίδεται μόνο στη μνήμη τους




Ρεμβασμοί

Με την απορία
θα μείνω
για τον δισταγμό
των ανεπίδοτων περιπτύξεων
Λέτε να μοιάζουν
με τον ρεμβασμό
των άγραφων λέξεων;
Αν ναι
τότε δεν ανησυχώ
Θα βρούνε τρόπο
να φτερουγίσουν
σε πρόθυμες αγκαλιές




Λάθος εκτίμηση

Κουράζεται κι ο Έρωτας;
Πρήζονται τα πόδια του;
Λυγίζουν τα χέρια του;
Ματώνουν τα χείλη του;
Του φόβου και του ελέους
ο αγγελόπτερος;

Και τον νόμιζα υπεράνω




Από τη συλλογή «μάχιμα χείλη», εκδόσεις ΣΟΚΟΛΗ, 2014

Πέμπτη 21 Ιανουαρίου 2016

Κωνσταντίνος Κομιανός, "Ποιητικές αφηγήσεις"




~*~

Σπάζοντας το κέλυφος
καρπώθηκα στον πυρήνα
αυτοπραγμάτωση·
ένοικος στη σοδειά της




ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΩΣΜΩΣΗ ΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Στις πασαρέλες των μπαρ
σώματα διαθλώμενα
στο μπλαζέ των γλάρων βλεμμάτων
βαδίζουν υπνωτισμένα
ανάμεσα σε άδηλες αναπνοές
των λάγνων ιδιοκτητών τους
αναζητώντας με συλλεκτικό οίστρο
την κεφαλή που τους ταιριάζει

Καθώς, νηφάλια και σε εγρήγορση,
η ιέρεια-γκαρσόνα
τρέχει με έκδηλη προθυμία
να σερβίρει το καλαμάκι
που θα ρουφηχτούν οι χαλκομανίες
των διηθημένων τους υπάρξεων




~*~

Υπόγειες διαδρομές
διάβρωσαν την επιφάνεια
του καθωσπρεπισμού




ΠΥΡΙΝΗ ΣΤΑΣΗ

Έλαφος
εστάθη αλαφιασμένη
σιμά
ν’ αφουγκράζεται
τη θερμασμένη πέτρα

που ο ήλιος καίει
την επιφάνεια
πιο πολύ απ’ τα σωθικά

Ολημερίς την διέλευσαν
ηλιαχτίδες
ως διάτρηση ενοχής

Μα σεμνυνόμενη κι εύχαρις
παραδόθηκε ακίνητη
ως ενέργεια υψικαμίνου
διάσταλτη

να μεταδίδει το πάθος της
σε μια ησυχία απαθή




~*~

Ένα όνειρο τσακίστηκε
με κρότο σε γκρίζα βραδιά
ξερό κλαδί πατημένο − μπότα
στο αειφόρο δάσος των επιθυμιών μου




Από τη συλλογή «Ποιητικές αφηγήσεις», εκδ. Γαβριηλίδης,2015

Έργο εξωφύλλου: Κώστας Κουκουζέλης, «Αυλή στην Καταβατή Σίφνου»

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Μαζί θα ανάψουμε τα φώτα




Στηρίζουμε την καμπάνια
της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας

Μαζί θα ανάψουμε τα φώτα


Το πλήρες Δελτίο Τύπου της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Βέροιας

Αγαπητοί φίλοι,

Η βιβλιοθήκη μας, η Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη της Βέροιας, με τα 31.375 εγγεγραμμένα μέλη (60% του πληθυσμού της Βέροιας) και τους 800 επισκέπτες ημερησίως, είναι μία από τις πιο σύγχρονες βιβλιοθήκες του κόσμου.
Το 2010, με τη βιβλιοθήκη μας αποσπάσαμε το Βραβείο «Πρόσβαση στη Γνώση» του Ιδρύματος Bill and Melinda Gates έχοντας διακριθεί ανάμεσα σε 350 υποψηφιότητες παγκοσμίως και με τα χρήματα που το συνόδεψαν, καταφέραμε να προσφέρουμε περισσότερες και καλύτερες υπηρεσίες στα μέλη μας. Εγκαταστήσαμε φωτοβολταϊκά συστήματα για να εξοικονομούμε ενέργεια, δημιουργήσαμε το media lab στον 1ο όροφο και αναβαθμίσαμε τον τεχνολογικό μας εξοπλισμό.
Το όλο έργο θα ολοκληρωθεί με την ανακαίνιση και του 2ου ορόφου, όταν θα έχει δημιουργηθεί μια υπερσύγχρονη αίθουσα εκδηλώσεων, για τον εξοπλισμό της οποίας απαιτείται επιπλέον χρηματικό ποσό ύψους 100,000€.
Η αίθουσα αυτή θα είναι για εμένα και για εσένα, για τους κατοίκους της πόλης, του νομού αλλά και της χώρας μας, για τους καλλιτέχνες και τους δημιουργούς, για τα παιδιά μας.
Για την ολοκλήρωση της ανακαίνισης, σε προσκαλούμε να συμμετάσχεις κι εσύ για να συγκεντρώσουμε το χρηματικό ποσό που απαιτείται.
Ακόμη και 1€, θα κάνει τη διαφορά,

… Ώστε εγώ, εσύ, όλοι μαζί, ν’ ανάψουμε τα φώτα!


«ΜΑΘΕ ΠΩΣ ΝΑ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕΙΣ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΜΑΣ»

Η υποστήριξή σου για να ολοκληρωθεί η ανακαίνιση του 2ου ορόφου της Βιβλιοθήκης μας, μας είναι απαραίτητη!
Μπορείς να συνεισφέρεις στην καμπάνια μας προσφέροντας από 1€ μέχρι όσα ευρώ θέλεις και μπορείς;
Κατάθεσε το ποσό στο λογαριασμό της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης της Βέροιας, στην Alpha Bank

Αριθμός Λογαριασμού: 537 00 2001 000087
ΙΒΑΝ GR43-0140-5370-5370-0200-1000-087
Δικαιούχος: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βέροιας
BIC: CRBAGRAA

ή αν σε βολεύει καλύτερα, στο λογαριασμό του Future Library www.futurelibrary.gr (Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρία), στην Τράπεζα Πειραιώς

Αριθμός λογαριασμού: 65 9611 5886 501
IBAN: GR61 0171 5960 0065 9611 5886 501
Δικαιούχος: ΑΣΤΙΚΗ ΜΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΚΗ ETAIΡIA Future Library
BIC: PIRBGRAA

Το Future Library, που είναι μεταξύ άλλων και στρατηγικός εταίρος της Βιβλιοθήκης της Βέροιας, έχει συμφωνήσει να στηρίξει την εκστρατεία χωρίς καμία απολύτως επιβάρυνση. Έτσι, με τα ποσά που θα συγκεντρωθούν από τις καταθέσεις για την εκστρατεία θα αγοράσει τον εξοπλισμό που απαιτείται για την ολοκλήρωση της ανακαίνισης και θα τον δωρίσει στη Βιβλιοθήκη.

Σημειώνοντας στην αιτιολογία: «Ανάψτε τα φώτα» και αφήνοντας στοιχεία επικοινωνίας ώστε να μπορέσουμε να σου στείλουμε το δώρο και την αγάπη μας!

Για να είμαστε σίγουροι ότι θα λάβεις το δώρο σου, μαζί με την κατάθεση σε έναν από τους δύο λογαριασμούς, στείλε μας και στο email της Βιβλιοθήκης info@libver.gr τα δικά σου στοιχεία (email και τηλέφωνο επικοινωνίας). Και βέβαια, αν το κρίνεις σκόπιμο και το επιθυμείς, η Βιβλιοθήκη μπορεί να κρατήσει την ανωνυμία σου για την όποια υποστήριξη προσφέρεις.

Ή πέρασε από τη βιβλιοθήκη μας και άφησέ τα στο κουτί των εισφορών μας, που βρίσκεται στο ισόγειο της βιβλιοθήκης.
Νομίζεις ότι μπορείς να εμπνεύσεις τους φίλους και συγγενείς σου ώστε να γίνουν ομαδικές καταθέσεις υπέρ της Βιβλιοθήκης; Επικοινώνησε μαζί μας ώστε να σου πούμε πώς μπορείς να το κάνεις αλλά και ποια είναι τα δώρα που θα πάρετε.
Μπορείς να οργανώσεις στο σπίτι, το γραφείο ή το κατάστημά σου μία συγκέντρωση, κατά την οποία θα μπορούσε κάποιος από εμάς να παρουσιάσει την προσφορά της Βιβλιοθήκης, να εκθέσει το πρόγραμμα και τις ανάγκες μας; Επικοινώνησε μαζί μας στο 2331024494 & info@libver.gr

Σκέφτεσαι κάποια άλλη διαδικασία στήριξης; Επικοινώνησε με την Ασπασία Τασιοπούλου, τη Σμαρώ Νικολούδη ή την Κωνσταντία Γεωργούδη στο 2331024494 & info@libver.gr

Aκόμη και 1€, θα κάνει τη διαφορά,

Για περισσότερες πληροφορίες, επισκεφθείτε την επίσημη ιστοσελίδα της καμπάνιας:

Κυριακή 17 Ιανουαρίου 2016

Κώστας Στεργιόπουλος, "Ποιήματα"



…Θ’ αφήσω πάλι την ελπίδα να περάσει μέσα από «κεφαλή βελόνης».
Κώστας Στεργιόπουλος (1926-2016)


Παιδί Δημοτικού όταν διάβαινα, κάθε βδομάδα, την πόρτα στο σπίτι των Στεργιόπουλων. Δασκάλες μου, η γυναίκα και η κόρη του Κώστα Στεργιόπουλου, στο πιάνο και τα αγγλικά.
Η συρόμενη πόρτα του γραφείου σχεδόν πάντα κλειστή κι ο Στεργιόπουλος μέσα να εργάζεται σε απόλυτη σιωπή. Ευγενικός, καλοσυνάτος κι απόμακρος. Στο γραφείο του δεν συγκρατώ στη μνήμη μου να μπήκα πάνω από μία φορά όλη κι όλη.
Όμως στην κάμαρη, στην πλευρά που αυτός κοιμόταν, την αριστερή, υπήρχε ένα κομοδίνο.
Εκεί πάνω υπήρχε το αντικείμενο του πόθου μου...


Μικρά, τόσο δα μικρά, μολυβάκια, καλοξυσμένα πάντα κι ακουμπισμένα τακτικά.
Τα βράδια, ξυπνούσε ο Στεργιόπουλος. Με τα απομεινάρια αυτά κρατούσε στο χαρτί μες στο σκοτάδι τους στίχους να μη του ξεφύγουν. Τα ήθελα μα με απόπαιρνε η δασκάλα μου: «άστα, θα τα ψάχνει ο Στεργιόπουλος και θα φωνάζει αν δεν τα βρει», ώσπου μία μέρα ήρθε και μου χάρισε μία χούφτα από αυτά.

Κλεοπάτρα Χαρίτου


Ποιήματα


Ο Άγνωστος

Στα σκοτεινά έγκατά μας κατοικεί
κάποιος που το κλειδί κρατάει της ύπαρξής μας,
χαμένος πάντα, μοναχός κι ανεξιχνίαστος,
με μνήμη πιο παλιά απ’ τον κόσμο, φορτωμένος
με τις πληγές μας όλες και τις τύψεις μας.

Θλιμμένος, περιπαιχτικός ή και χαρούμενος,
αόρατος μας κυβερνά:
δέχεται απ’ έξω τον αντίχτυπο
και δίνει την απάντηση.
Τα παρελθόντα μας θυμίζει
και τα μέλλοντα μας προμηνά.

Κάποτε, ωστόσο, μας αφήνει ανυποψίαστους.
Κι εκεί που ανίδεοι σχεδιάζουμε νέες εξορμήσεις,
εκείνος γέρνει πια κατάκοπος, έχει νυστάξει
κι είν’ έτοιμος ν’ αποδημήσει, αδιαφορώντας
για τα δικά μας τα εφήμερα επίγεια σχέδια.


Από τη συλλογή «Η σκιά και το φως» (1960)




Τα πράγματα

Τα πράγματα παλιώνουνε πριν από μας,
τα έπιπλα και τα παλιά μας σπίτια.
Κι αν ζούνε πιο πολύ, ζούνε νεκρά.

(Αν είχαμε μείνει ακόμα εκεί,
θα ’χαμε πλακωθεί κάτω απ’ τα ερείπια.)

Πριν από μας παλιώνουν και γερνούν.
Δεν είναι σαν τα δέντρα, που ανα-
        πνέουν με τα φύλλα τους
και σπρώχνουνε βαθιά τις ρίζες.

Τα πράγματα παλιώνουν και ερειπώνονται.
Μένουν ακίνητα, γιαυτό πεθαίνουν.


Από τη συλλογή «Το χάραμα του μύθου» (1963)




Παραμορφωτικοί καθρέφτες

Όπως μπαίνεις και προχωρείς στην αίθουσα,
σαρπάζουν οι καθρέφτες
και σου τραβούν τη μύτη και τ αφτιά.

Σου χώνουν το κεφάλι μες στους ώμους,
σου παίρνουν το κεφάλι από τους ώμους.
μακραίνεις και μικραίνεις ετοιμόρροπος
στην κορυφή δυο ξύλινων ποδιών.

Κάποια στιγμή, καθώς σαλεύεις,
        χάνεσαι.
Ξαφνιάζεσαι, γυρνάς και πας να φύγεις.
Μα τότε το άλλο σου είδωλο,
τεράστιο, εκτρωματικό έρχεται
       καταπάνω σου.

Σώνεσαι κλείνοντας τα μάτια.


Από τη συλλογή «Ο κίνδυνος» (1965, νέα έκδοση συμπληρωμένη 1972)




Οι μεταμορφώσεις του ειδώλου

ΙΙ

Αν φυσούσα πάνω σε ξερά φρύγανα,
θα ’πιαναν φωτιά.

Από ποιες άφαντες ραγισματιές γλίστρησες μέσα μου,
κι είμαι όπως τρέμουν τα λουλούδια και τα φύλλα,
όταν περνάει ο αέρας;

Σε ποιες υπόγειες κρύπτες ρίζωσες έτσι βαθιά
κι ολόκληρο με κατακλύζεις,
πάνω απ’ όσο μπορώ και πάνω απ’ όσο θέλω;

Σαν αύρα ξαφνική σ ακύμαντα νερά,
με διαπερνάς και με διατρέχεις.
Με δυναστεύεις κάθετα και καταλυτικά.

Το σώμα μου πάνω στο σώμα σου
η ψυχή σου πάνω στην ψυχή μου.

Αν με φωνάξεις,
κι αν ακόμα έχω πεθάνει,
θ’ αναστηθώ.


Από τη συλλογή «Ο ήλιος του μεσονυκτίου», 1991





Ο Κώστας Στεργιόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1926. Σπούδασε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Εργάστηκε στη δημόσια και ιδιωτική Εκπαίδευση και δίδαξε στη Σχολή Κινηματογράφου και Θεάτρου του Λ. Σταυράκου. Εργάστηκε ως λέκτορας στην έδρα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1966-1969), έως ότου καταργήθηκε ο θεσμός των λεκτόρων. Αμέσως μετά εργάστηκε ως βοηθός στο Σπουδαστήριο Βυζαντινής και Νεοελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, (1969-1972), αλλά παύτηκε από τη Χούντα. Τέλος, υπηρέτησε ως καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων από το 1974 ως το 1984, και αποχώρησε με εθελουσία έξοδο. Το 1986 αναγορεύτηκε ομότιμος καθηγητής στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Πρωτοεμφανίστηκε στο χώρο της νεοελληνικής λογοτεχνίας από τις στήλες της Νέας Εστίας το 1943 και το 1949 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή, Χινοπωρινά. Ακολούθησε μια πλούσια ποιητική, πεζογραφική, δοκιμιακή και φιλολογική παραγωγή. Το έργο του Κώστα Στεργιόπουλου εντάσσεται στο γενικότερο ρεύμα ανανέωσης του συμβολισμού και κύρια χαρακτηριστικά του είναι η ελεγχόμενη συγκίνηση και η στοχαστική διάθεση, που εκφραστικά υλοποιούνται με ιδιαίτερα λιτά μέσα.
Συνεργάστηκε ως κριτικός της λογοτεχνίας με τα περιοδικά Ξεκίνημα (1946-1947) και Εποχές (1963-1967) και με την εφημερίδα Νίκη (1962-1963).
Αναφέρουμε ενδεικτικά τις ποιητικές συλλογές του Τα τοπία του φεγγαριού, Η σκιά και το φως, Το χάραμα του μύθου, Ο κίνδυνος, Τα τοπία του ήλιου, Έκλειψη, Αλλαγή φωτισμού.
Πρέπει να σημειώσουμε επίσης τη σημαντική συμβολή του στη μελέτη της νεοελληνικής γραμματείας, με κριτικά έργα και μελετήματα, όπως Ο Τέλλος Άγρας και το πνεύμα της παρακμής, Από το συμβολισμό στη Νέα ποίηση, Οι επιδράσεις στο έργο του Καρυωτάκη, Από τον Κάλβο στον Παπατσώνη κ.ά.
Τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1961, το Α' Κρατικό Βραβείο Κριτικής Μελέτης Δοκιμίου 1974, το Βραβείο Κριτικής Μελέτης της "Ομάδας των 12" του 1963 και το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1993. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής και Συγκριτικής Γραμματολογίας.
Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, πολωνικά, ιταλικά και σουηδικά.
Το σημαντικότερο μέρος του φιλολογικού έργου του περιλαμβάνεται στους έξι τόμους με γενικό τίτλο Περιδιαβάζοντας.


Το αφιέρωμα στον Κώστα Στεργιόπουλο, ύστατο χαίρε για τον πρόσφατο θάνατό του στις 11-1-2016.
Πρόλογος, επιμέλεια: Κλεοπάτρα Χαρίτου